Friday, December 7, 2018


«Βίοι Παράλληλοι του Εμφυλίου».
«Η 3η Δεκεμβρίου 1944» ήταν στην Αθήνα μια μέρα ψυχρή και σκληρή. Μέρα που με το συννεφιασμένο πρωινό της έμελλε να φέρει τη βαριά σκιά της αντάρας στην ελληνική πολιτική ζωή. Την έναρξη ενός νέου διχασμού, στη θέση του μέχρι πρότινος διπόλου «βενιζελικοί – μοναρχικοί». Η Αριστερά μέσω της δράσης της στη Γερμανική Κατοχή εισήλθε πια ορμητικά στο πολιτικό προσκήνιο λαμβάνοντας κορυφαία θέση για τα τεκταινόμενα. Ημέρες 52 είχαν περάσει από τη 12η Οκτωβρίου, που  τελικά, οι Γερμανοί αποσύρονταν από την Αθήνα  και έληγε η «Κατοχή» τους. Το ΚΚΕ των μαχητικών λαϊκών κινητοποιήσεων του Μεσοπολέμου τίθεται ως ομοτράπεζος συνομιλητής της Ελληνικής Κυβέρνησης του  εγκάθετου (απο την Αγγλία) πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου (συμφωνία του Λιβάνου - Μάης του ’44)  που έφτασε στην Αθήνα στις 18 Οκτωβρίου 1944, μαζί με βρετανικές δυνάμεις υπό το στρατηγό Σκόμπυ (συμφωνία Γκαζέρτας - Σεπτέμβρης του ’44) και τους άνδρες του «Ιερού Λόχου» της Μέσης Ανατολής. Παρεμπιπτόντως, αν ΕΑΜ-ΕΛΑΣ/ΚΚΕ είχαν πρόθεση και σχέδιο να καταλάβουν την εξουσία με τα όπλα, γιατί δεν το έπραξαν σε αυτό εδώ  το «νεκρό» διάστημα αλλαγής φρουράς στη Ελληνικη Κυβέρνηση. Μεταξύ των πρώτων κινήσεων της νέας κυβέρνησης ήταν ο διορισμός του γνωστού χίτη, στελέχους του κατοχικού κράτους και πρώτου αρχηγού της κατοχικής Χωροφυλακής, υποστράτηγου Παναγιώτη Σπηλιωτόπουλου ως στρατιωτικού διοικητή της Αθήνας, με αποτέλεσμα να ξεσηκωθεί θύελλα αντιδράσεων από τον ελληνικό κόσμο. Έτσι πιά ο διαχωρισμός «δεξιός – αριστερός» κυριαρχεί σε πόλεις και χωριά. Εκ των οποίων πυκνά πλήθη συνέρρεαν σαν διογκούμενοι χείμαρροι προς τον ομφαλό της πρωτεύουσας, την πλατεία Συντάγματος, ως απάντηση στο τελεσίγραφο της κυβέρνησης για τον αφοπλισμό και απομάκρυνση απο την Αθήνα όλων των αντάρτικων ομάδων μεχρι τις 10 του Δεκέμβρη (βασει της διαταγής του Σκόμπυ στις 1/12/1944). Στις 10.30, της 3ης Δεκεμβρίου, η μεγάλη πλατεία κόντευε σχεδόν να γεμίσει. Στους εξώστες και στα παράθυρα των ξενοδοχείων «Κινγκ Τζορτζ» και «Μεγάλη Βρετανία» πλήθος Αμερικανών και Άγγλων, μεταξυ αυτων και ο διοικητής των βρετανικών δυνάμεων στρατηγός Σκόμπυ, παρακολουθούσαν ζωηρά το θέαμα και τραβούσαν συνεχώς φωτογραφίες. Από τους εξώστες και τα παράθυρα όμως του κτηρίου της Αστυνομικής Διεύθυνσης, και προπαντός από τη στέγη των Παλαιών Ανακτόρων, άλλα μάτια ενέδρευαν βλοσυρά και έβλεπαν εχθρικά το αποφασισμένο και οργίλο ανθρώπινο ποτάμι. Ξαφνικά, πέρα από την πλατεία στη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας, ακούστηκαν πυκνοί πυροβολισμοί. Έξω από την πρωθυπουργική κατοικία έγινε συμπλοκή μεταξύ της φρουράς του και του πλήθους, που κατέβαινε τη λεωφόρο για το Σύνταγμα. Στις 10.45 ακούστηκε η μεγάλη βουή μιας τεράστιας μάζας που κυλούσε από τη λεωφόρο Αμαλίας και κατόρθωσε να διασπάσει την αστυνομική ζώνη και εισόρμησε στον χώρο μπροστά στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη αλαλάζοντας «Το απαγορευμένο συλλαλητήριο. Θα το χτυπήσουν;». «Παπανδρέου παραιτήσου». «Όχι άλλη Κατοχή». Η προπομπή τους, ορμητική και κραυγαλέα, προχώρησε παραπέρα, προς τη Διεύθυνση της Αστυνομίας. Τότε έγινε το μεγάλο μακελειό. Από την πύλη του κτηρίου της Διεύθυνσης της Αστυνομίας, κάποιο άτομο με χακί παντελόνι και λευκό πουκάμισο πετάχτηκε στον δρόμο κραυγάζοντας: «Πυροβολήστε λοιπόν τους παλιανθρώπους». Εδώ επιτρέψτε μου να δώσω το λόγο στον άνθρωπο που διέταξε αυτό το πυρ εκείνο το ματωμένο πρωινό του Δεκέμβρη. Πρόκειται για τον, τότε, διευθυντή της Αστυνομίας Άγγελο Έβερτ (πατέρας του πολιτικού και αρχηγού της Ν.Δ. Μιλτιάδη Έβερτ). Ο οποίος σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Ακρόπολις» το 1958 ομολόγησε ότι «Εκείνην τη στιγμήν ακριβώς και βάσει των διαταγών (τηλεγράφημα «Μη διστάσεις να ενεργήσεις σαν να ήσουν σε κατακτημένη πόλη, όπου γίνεται μια τοπική εξέγερση» στον Σκόμπυ από τον βρετανό πρωθυπουργό Ουίνστον Τσόρτσιλ, -που δεν δεχόταν ότι θα έχανε την Ελλάδα από τη σφαίρα επιρροής της Μεγάλης Βρετανίας που την είχε κερδίσει με σκληρά παζάρια από τον Στάλιν στην περίφημη «Συμφωνία των Ποσοστών», η οποία υπογράφτηκε στη Μόσχα στις 9 Οκτωβρίου, τρεις μέρες πριν από την αναχώρηση των Γερμανών από την Ελλάδα-) τας οποίας είχον, διέταξα υπευθύνως και εγώ τη βιαίαν διάλυσιν των επιτιθέντων διαδηλωτών». Έτσι αστυνομικοί και φασίστες εκείνη τη στιγμή πυροβολούν στο ψαχνό. Κορίτσια τότε δείχνουν τα στήθια τους και φωνάζουν: βαράτε εδώ! Είμαστε άοπλοι! Και οι φασίστες τα βαρούν. Οι νεκροί πέφτουν ένας – ένας χάμω, σαν σπουργίτια, με αποτέλεσμα η Αστυνομία να σκοτώνει 23 και να τραυμάτιζει 140 (ανάμεσα τους και πολλές γυναίκες), και να βάφει το Συλλαλητήριο με αθώο αίμα ελληνικό και την 3η του Δεκέμβρη ως «Ματωμένη Κυριακή». Την επομένη, Δευτέρα 4 Δεκεμβρίου, το EAM κήρυξε γενική απεργία διαμαρτυρίας και διοργάνωσε νέο Συλλαλητήριο για την ταφή των θυμάτων της προηγουμένης. Και αυτό το συλλαλητήριο, επίσης ογκωδέστατο, αντιμετώπισε την επίθεση των κυβερνητικών δυνάμεων του Παπανδρεου με συνέπεια νέους νεκρούς και τραυματίες. Το ίδιο βράδυ, ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου υπέβαλε την παραίτησή του, αλλά μεταπείστηκε από τους Άγγλους και παρέμεινε στη θέση του, έχοντας στο πλευρό του τα Αγγλικά στρατεύματα, που σήκωναν και το μεγαλύτερο βάρος των πολεμικών επιχειρήσεων για την παράταξή του. Οι συγκρούσεις του ύπουλου αυτού πολέμου γενικεύτηκαν, με τη συμμετοχή στρατιωτικών δυνάμεων του ΕΛΑΣ. Έτσι η πλάστιγγα άρχισε να γέρνει με το μέρος του ΕΛΑΣ, που έλεγχε σχεδόν όλη την Αθήνα, αφου είχε καταλάβει τα 17 από τα 23 αστυνομικά τμήματα της Αθήνας. Οι δυνάμεις του ανέρχονταν σε περίπου 20.000 άνδρες (10.000 μάχιμους και άλλους τόσους εφεδρικούς). Η κυβέρνηση Παπανδρέου μπορούσε να υπολογίζει σε περίπου 10.000 μάχιμους, στους οποίους συμπεριλαμβάνονταν και οι άνδρες της εμπειροπόλεμης 3ης Ορεινής Ταξιαρχίας, που είχε έλθει με δάφνες από το Ρίμινι με επικεφαλής τον συνταγματάρχη Θρασύβουλο Τσακαλώτο (θείο του υπουργού Οικονομικών και στελέχους του ΣΥΡΙΖΑ Ευκλείδη Τσακαλώτου). Ο οποίος ζήτησε σκληρό χτύπημα στις δυνάμεις της 2ας μεραρχίας του ΕΛΑΣ στην Καισαριανή από τα Αγγλικά τανκς και αεροπλάνα της RAF με αιτιολογία ότι οι προασπιστές της είναι Γερμανοί, Βούλγαροι και τίποτε άλλο. Οι μάχες συνεχίστηκαν με εντεινόμενη σφοδρότητα των  Αγγλικών αεροπλάνων να πολυβολούν τις συνοικίες που ελέγχονται από τον ΕΛΑΣ, τα πυροβολεία του Λυκαβηττού και της Ακρόπολης σφυροκοπούν τις θέσεις του αντιπάλου, ο στόλος βάλλει κατά των συνοικιών του Πειραιά.  Έτσι η δύναμη αντίστασης του ΕΛΑΣ είχε καμφθεί, με θύματα πολλά, μπροστά στην υπεροχή των Άγγλων της κυβέρνησης του Παπανδρέου, και στις 5 Ιανουαρίου 1945 οι μονάδες του εγκατέλειψαν την Αθήνα και ζήτησαν τη σύναψη ανακωχής, η οποία υπογράφτηκε στις 11 του μήνα. Ο δε Γεώργιος Παπανδρέου παραιτήθηκε από την πρωθυπουργία και στις 3 Ιανουαρίου 1945 τον διαδέχθηκε ο Νικόλαος Πλαστήρας, κάτω από την Αντιβασιλεία του αρχιεπισκόπου Αθηνών Δημητρίου Παπανδρέου, κατα κλήρον Δαμασκηνού. Στις 12 Φεβρουαρίου 1945 υπογράφτηκε ανάμεσα στην κυβέρνηση, με πρωθυπουργό πλέον τον στρατηγό Νικόλαο Πλαστήρα και στο EAM η Συμφωνία της Βάρκιζας που υποχρέωνε τον ΕΛΑΣ να παραδώσει τον οπλισμό του και να διαλυθεί. Του δινόταν προθεσμία δύο εβδομάδων. «Οι υπογεγραμμένοι αφ' ενός Ιωάννης Σοφιανόπουλος, υπουργός των Εξωτερικών (που αναγκάσθηκε να παραιτηθεί όταν υποστήριξε ενώπιον της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, το 1946, αντίθετη άποψη από αυτήν του πρωθυπουργού, σε σχέση με την θέση που θα έπρεπε να λάβει η ελληνική κυβέρνηση επί της ρωσικής πρότασης περί αποχώρησης των Άγγλων από την Ελλάδα), Περικλής Ράλλης, υπουργός των Εσωτερικών και Ιωάννης Μακρόπουλος, υπουργός της Γεωργίας, αποτελούντες την υπό της Ελληνικής Κυβερνήσεως εξουσιοδοτημένην Αντιπροσωπείαν και αφ' ετέρου Γεώργιος Σιάντος, γραμματεύς της ΚΕ του ΚΚΕ, Δημήτριος Παρτσαλίδης, γραμματεύς της ΚΕ του ΕΑΜ και Ηλίας Τσιριμώκος, γενικός γραμματεύς της ΕΛΔ, αποτελούντες την υπό την ΚΕ του ΕΑΜ εξουσιοδοτημένην Αντιπροσωπείαν δηλούν, ότι επί όλων των κατά την διάσκεψιν συζητηθέντων θεμάτων κατέληξαν εις απόλυτον συμφωνίαν ήτις διατυπουμένη εις αναλυτικόν πρακτικόν θέλει υπογραφή σήμερον και ώραν 14ην"... Εύλογα τα ερωτήματα για το πώς φτάσαμε ως εκείνο τον πρώτο πυροβολισμό που έκανε την 3η Δεκεμβρίου «Ματωμένη Κυριακή»· αντίστοιχα πολλές οι απαντήσεις, οι οποίες συγκλίνουν επίσης σε δύο διχασμένες αφηγήσεις για την περίοδο που άλλαξε τη μεταπολεμική Ελλάδα σε Αγγλική Κατοχή. Ο κόκκινος Δεκέμβρης του 1944 για κάποιους αναφέρεται στις αιματηρές συγκρούσεις της Μάχης της Αθήνας και για τους υπόλοιπους στην ευκαιρία του ΕΑΜ, όπου πρωτοστατούσαν οι κομμουνιστές, να πάρει την εξουσία. Ο βρετανός πρωθυπουργός Γουίνστον Τσόρτσιλ πάντως λίγες εβδομάδες μετά, τον Αύγουστο του 1944, σημείωνε προς τον υπουργό Εξωτερικών Άντονι Ίντεν: «…είτε θα υποστηρίξουμε τον Παπανδρέου, αν χρειαστεί και με τη βία όπως έχουμε συμφωνήσει, είτε θα πάψουμε να έχουμε τις οποιεσδήποτε βλέψεις στην Ελλάδα». Όμως είναι γεγονός ότι τα «Δεκεμβριανά" ήταν ο πόλεμος των ανθρώπων που, φεύγοντας με τεράστιες απώλειες από μία Κατοχή (Γερμανική), αρνήθηκαν να υποταχθούν σε μία δεύτερη (Αγγλική). Οι αγώνες του Απελευθερωτικού Μετώπου και οι δυνάμεις που είχε αποκτήσει, ήταν εγγύηση για την ανατροπή του συστήματος. Ωστόσο, από τη μία ο όγκος των βρετανικών δυνάμεων και από την άλλη η του Παπανδρέου αμετάκλητη απόφαση για διάλυση του στρατού της εθνικής αντίστασης, δεν άλλαξαν τελικά τον ιστορικό ρου της Κατοχής. Αν θέλει κάποιος να δει τη σημασία που είχε εκείνη η μάχη για τα λαϊκά συμφέροντα, δεν έχει παρά να αναζητήσει τη σημασία που είχε για τα συμφέροντα της ντόπιας ολιγαρχίας και του βρετανικού ιμπεριαλισμού. Την οποίαν περιγράφει πάλι ο Τσόρτσιλ «Η μάχη που διήρκεσε έξι εβδομάδες… έγινε για να καταλάβωμε την Αθήνα και, όπως θα δείξει η συνέχεια των γεγονότων, να απαλλάξωμε την Ελλάδα από τον κομμουνιστικό ζυγό. Την εποχή αυτήν που τρία εκατομμύρια άνδρες πολεμούσαν σε κάθε στρατόπεδο στο Δυτικό Μέτωπο και που τεράστιες αμερικανικές δυνάμεις ηγωνίζοντο εναντίον της Ιαπωνίας στον Ειρηνικό, οι ελληνικές αυτές παραφορες μπορούσαν να φαίνονται ότι είχαν ελάχιστη σημασία, αλλά δεν ευρίσκοντο λιγώτερο στο νευρικό κέντρο της ισχύος, της τάξεως και της ελευθερίας του Δυτικού κόσμου». Περισσότερα σχόλια ασφαλώς περιττεύουν γιατί ο ελληνικός λαός, ειδικά ο Αθηναϊκός λαός, κείνη τη μεγάλη μέρα αποκαλύφθηκε μπροστά στο ίδιο του το μεγαλείο».     

      Καρβας

No comments:

Post a Comment