Thursday, November 7, 2013


                     TΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΟ «ΟΧΙ» ΣΤΟ «ΝΑΙ» ΤΟΥ ΜΕΤΑΞΑ.

     Ήρθε και εφέτος ο Οκτώβριος και μαζί με το απόγειο της άνθησης του βασιλιά του Φθινοπώρου (το χρυσάνθεμο) μας έφερε ξανά την Επέτειο του Eλληνικού Έπους του 1940. Ευχαριστώ το Θεό (το Έν του Όλου) που με αξίωσε να νιώσω άλλη μια φορά μαζί με τη στυφή γεύση των  χρυσανθέμων και την πίκρα της αλήθειας για το ένδοξο «ΟΧΙ» του Έλληνα στις βουνοκορυφές της Πίνδου, που μου φέρνουν τα μαυρόασπρα, θολά, πολεμικά ντοκιμαντέρ των κρατικών καναλιών της τηλεόρασης.  Αισθάνομαι προσβεβλημένος που δεν είχα την τύχη να είμαι κι εγώ παρών στο συγκλονιστικό πρωϊνό (5.30 τα ξημερώματα) της επιστράτευσης της 28ης Οκτωβρίου 1940.  Ώστε να ξέρω, από πρώτο χέρι, κατα πόσον ο λαός μας πανηγύριζε την απόρριψη του τελεσίγραφου του Μουσολίνι: «Η Ιταλική κυβέρνησις ζητεί από την Εληνικήν Κυβέρνησιν όπως μη εναντιωθή εις την κατάληψιν  ωρισμένων στρατηγικών σημείων του ελληνικού εδάφους και όπως μη παρεμποδίση την ελευθέραν διέλευσιν των στρατευμάτων των προοριζομένων να την πραγματοποιήσωσιν. Τα στρατεύματα ταύτα δεν παρουσιάζονται ως εχθροί του ελληνικού λαού και η Ιταλική Κυβέρνησις δεν προτίθεται ποσώς, δια της προσωρινής κατοχής στρατηγικών τινών σημείων, επιβαλλομένης υπό της ανάγκης των περιστάσεων και εχούσης καθαρώς αμυντικόν χαρακτήρα, να θίξη οπωσδήποτε την κυριαρχίαν και την ανεξαρτησίαν της Ελλάδος». Και το διάγγελμα του Μεταξά: «Όλο το έθνος ας εγερθεί σύσσωμον. Αγωνισθήτε δια την πατρίδα, τας γυναίκας, τα παιδιά σας και τας ιεράς μας παραδόσεις. Νυν υπέρ πάντων αγών». Έτσι θα μάθαινα αυτό που απαξάπαντες γνωρίζουν, αλλά η εθνοπατρική «ομερτά» ( ιταλικά Omertà = Νόμος της σιωπής, που η παραβίασή του πρέπει να τιμωρηθεί με θάνατο) τους προξενεί γλωσσοδέτη. Δηλαδή θα γνώριζα εάν οι Έλληνες της γενιάς του ’40 αγωνίστηκαν έως τον θάνατο για την διατήρηση της εθνικής μας αυτοσυνειδησίας και υπόστασής μας ως έθνους, ή να απελευθερωθούν από την Δικτατορία του φασίστα  Μεταξά. Περάσανε 73 Εθνικές Γιορτές της 28ης Οκτωβρίου με εορταστικές εκδηλώσεις σημαιοστολισμών, δοξολογιών, πανηγυρικών ομιλιών και παρελάσεων για την μαγεία της ιαχής «Αέρα! Αέρα! Αέρα!» των ηρώων που αγωνίστηκαν και θυσιάστηκαν στα βουνά της Αλβανίας και έγραψαν το έπος της εθνικής αντίστασης ενάντια στους φασίστες του Μουσολίνη. Τα ελληνόπουλα συγκινήθηκαν, δάκρυσαν και θαύμασαν τον ηρωισμό των παλικαριών στη Μάχη της Πίνδου εμψυχωμένα με την αγάπη για την πατρίδα και την πίστη ότι δεν μπορεί κανείς να περάσει από την Ελλάδα κάνοντας παρέλαση πολεμικής πυγμής. Τόσα χρόνια τώρα συνηθίζεται στο «Έπος του Σαράντα» να γίνεται αναφορά μόνον στο ένα μέρος της Ιστορίας, όπως για παράδειγμα στον ηρωισμό, στην αυτοθυσία και στον πατριωτισμό της μοναδικής περίπτωσης ανάμεσα στους λαούς, των Ελληνων πολεμιστών, και να αποσιωπάται το άλλο μέρος, το ουσιαστικότερο, όπως τα πραγματικά αίτια τα οποία οδήγησαν σε αυτόν τον ελληνοϊταλικό πόλεμο καθώς και η συνέχεια μετά από αυτόν τον πόλεμον, ποια δηλαδή η τύχη όλων αυτών που πολέμησαν «υπέρ βομών της Ελευθερίας και εστιών της Πατρίδος». Ουδέποτε οι Στρατιωτικοί, οι Πολιτικοί και οι Εκπαιδευτικοί της Χώρας δεν μας εξήγησαν το πώς και γιατί το φυσικό φαινόμενο ο ελληνικός λαός, η αιώνια φλόγα δόξας, αρχίζοντας στις 28 Οκτωβρίου το 1940 να καίει  τα πάντα στο διάβα του από την Πρεμετή μέχρι την Κλεισούρα και από το Αργυρόκαστρο μέχρι το Τεπελένι, ενίκησε τον πανίχυρο στρατό της επίλεκτης 3ης Ιταλικής Μεραρχίας Αλπινιστών (Τζούλια). Και να επιστρέφει έχοντας παραδώσει τα όπλα σε αυτούς που μέχρι χθες νικούσαν, να περπατεί με το κεφάλι κατεβασμένο στην άκρη του δρόμου και να τον κοροϊδεύουν οι θρασύδειλοι Μακαρονάδες επαναλαμβάνοντας ειρωνικά την ιαχή «Αέρα». Επίσης κανένας από τους Λόγιους και Διανοούμενους του ελληνικού πνευματικού κόσμου δεν μας έκανε κατανοητό το πως είνα δυνατόν να διακηρύσσεται ότι: το αλβανικό έπος εκφράζει την ενότητα του ελληνικού λαού, την στιγμή που στην πρώτη γραμμή του Μετώπου δεν έλαβαν μέρος οι αριστοκράτες και οι αστοί. Αφού Οι αγγλόδουλοι της Αθήνας θεωρούσαν τον πόλεμο τόσο χαμένο, που δεν είχαν μπει στον κόπο οι στρατηγοί τους να πάνε στο μέτωπο για να ρίξουν έναν πυροβολισμό ή να δώσουν μια εντολή επίθεσης. Μάλιστα δε το αρχιτρωκτικό, που παρίστανε τον αρχιστράτηγο του ελληνικού Στρατού, δεν είχε μετακινήσει καν το επιτελείο του από την Αθήνα. Ο αρχιστράτηγος αυτός κ. Παπάγος ήταν μόνον για να φιλάει χέρια βασιλέων και πρέσβεων, να φοράει παράσημα εν καιρό ειρήνης και να μοιράζει οικόπεδα σε στρατιωτικούς. Αρχιστράτηγος, που η νίκη του Στρατού του τον βρήκε με τις πιτζάμες μακριά από το μέτωπο της μάχης, δεν έχει ξαναϋπάρξει κι ούτε πρόκειται να υπάρξει. Ούτε ως απλός περίεργος παρατηρητής δεν είχε δει το πεδίο της μάχης. Διότι το Κράτος της Αθήνας ήθελε να παραδοθεί και ο λαός αρνούνταν τον σχεδιασμό να πάει η Ελλάδα εκεί όπου προβλεπόταν. Στο να μην αφεθεί να "παίζει" με τα συμφέροντα των ισχυρών, προκειμένου να ισχυροποιηθεί η ίδια. Σκοπός της ελληνικής Αρχηγίας ήταν να επιβληθούν εκ νέου στην Ελλάδα οι προδοτικές και "απούσες" ηγεσίες, που την "έδεναν" στο άρμα των Αγγλοσαξόνων. Έλα όμως που την Ελλάδα δεν την έλεγχαν πλέον αυτοί οι λακέδες. Αυτοί βρίσκονταν στις όχθες του Νείλου και δεν γνώριζαν καν αν μπορούν να επιστρέψουν με ασφάλεια στα σπίτια τους. Την Ελλάδα την έλεγχαν άνθρωποι, που τους "αγαπημένους" των Δυτικών τούς προόριζαν για εκτελέσεις, βγαίνοντας στο βουνό όταν χάνανε τον πόλεμο στο στρατιωτικό επίπεδο. Γιαυτό οι ισχυροί αποφάσισαν  να μπλέξουν τους Έλληνες σε έναν τρομερό εμφύλιο. Αυτοί οι οποίοι ελέγχονταν πλήρως από τον Στάλιν και τους Εγγλέζους δίχασαν τον ελληνικό λαό και τον έβαλαν να αλληλοεξοντωθεί. Κομμουνιστές και φασίστες έκαναν ό,τι τους διέταξαν τα αφεντικά τους βάσει της Σύμβασης "Χαρτοπετσέτας". Τα συμφέροντα ήταν μεγάλα και η κατάσταση επείγουσα για να υπάρξει καθυστέρηση. Οι Άγγλοι βιάζονταν πολύ, για να έχουν την πολυτέλεια να προστατεύσουν την εικόνα τους. Στα Δεκεμβριανά πυροβόλησαν Έλληνες. Βομβάρδισαν την Αθήνα. Γλίτωσαν τους δοσίλογους. Δολοφόνησαν εν ψυχρώ ήρωες της εθνικής αντίστασης. Επέβαλαν μισητούς βασιλείς. Εξόπλισαν εχθρούς, για να αλληλοεξοντωθούν πιο εύκολα. Έδωσαν εκ νέου την εξουσία στους αρχιστράτηγους με τις πιτζάμες. Και από τότε η Πατρίδα μας που δίδαξε στην οικουμένη ηρωϊσμό, πού ύφανε ένα θαύμα με το στημόνι «αμύνεσθε περι πάτρις»˙ που γνώριζε ν’ ανασταίνει την ελπίδα μέσα από την προσωπική της θυσία, βρίσκεται ταπεινωμένη στην παγκόσμια κοινή γνώμη. Οικονομικά εξαθλιωμένη. Χρεωμένη. Χωρίς οράματα, ελπίδα και πίστη στις καρδιές και στη σκέψη των νέων ανθρώπων. Όχι! Δεν είναι πεσιμιστική και απογοητευτική η ματιά μας που διαγράφει ισοπεδωτικά τα πάντα. Είναι ο ρεαλισμός και η κατάθεση της αλήθειας για να βρούμε το πως φθάσαμε έως εδώ καί το πως θα επιστρέψουμε στα ιδανικά και τις αξίες που πτέρωσαν τη γενιά του ’40, χαρίζοντάς τους τη δυνατότητα να επιτελέσουν πράξεις αξεπέραστες. Διότι Οκτώβρης ήταν και τότε. Όπως Οκτώβρης είναι και κάθε φορά που γιορτάζουμε το ΟΧΙ του ’40. Αρκεί να στοχαζόμαστε τι σημαίνει αλήθεια εκείνο το θαύμα του Έθνους μας γιά τις επερχόμενες γενιές. Τί βαθύτερο κληροδότησε σάν παρακαταθήκη σ’ όλους εμάς 73 χρόνια μετά; Βεβαίως πολλά άλλαξαν μέσα σέ 73 χρόνια. Μέχρι και οι κλιματολογικές συνθήκες μετέτρεψαν τον παγερό χιονισμένο Οκτώβρη που γέμιζε με κρυοπαγήματα τους ήρωες της Πίνδου, σε μήνα που σου προσφέρει τις τελευταίες ευκαιρίες της χαράς ενός παρατεταμένου πλέον καλοκαιριού. Η δε εθνική αργία της θυσίας και της προσφοράς των ηρώων του 1940 αποτιμάται περισσότερο αν τύχει και πέσει Παρασκευή ἤ Δευτέρα (όπως και εφέτος), χαρίζοντάς μας ενα τριήμερο φυγής απ’ τη σύγχρονη πραγματικότητα. Οι παρελάσεις του ελληνικού «ΟΧΙ» στη μνήμη τους πολεμήθηκαν και υποβιβάζονται συστηματικά ως μιλιταριστικές εκδηλώσεις χωρίς κανένα νόημα. Οι επετειακοί λόγοι που κάποτε διακόπτονταν από έναν κόμπο ευγνωμοσύνης και βαθιάς συγκίνησης που έπνιγε τον λαιμό, έγιναν «ξύλινοι», που δεν αγγίζουν ούτε αυτούς που τους εκφωνούν. Με αποτέλεσμα τα εγγόνια και τα δισέγγονα των ηρώων που πέθαιναν για τα μεγάλα ιδανικά της φυλής μας δεν γνωρίζουν σχεδόν τίποτα γιά τη θυσία και το πνεύμα των παππούδων τους. Οι οποίοι πιστεύανε ότι για να μπορεί ένας λαός να κρατεί την εθνική λευτεριά του, πρέπει να είναι και εσωτερικά ελεύτερος. Αφότου λαός εσωτερικά σκλάβος δε θάναι άξιος να κρατήσει και την εθνική του ανεξαρτησία και κάθε νίκη του εσωτερικού του τυράννου θα δυναμώνει τη σκλαβιά του. Επιτρέψετέ μου εδώ να υπενθυμίσω, ότι ειδικά στη τότε φλεγόμενη Μεσόγειο, υπήρξαν οι σθεναρές ουδετερότητες της φασιστικής Ισπανίας και, κυρίως, της γειτονικής και ίσης στρατηγικής σημασίας Τουρκίας. Τί εμπόδιζε λοιπόν την Ελλάδα να πράξει το ίδιο, φυσικά τίποτα. Αφού οι ίδιοι λόγοι, που κατέστησαν δυνατή την ισπανική και τουρκική ουδετερότητα θα μπορούσαν ενδεχομένως να ισχύσουν και για μια ανάλογη ελληνική. Αλλά ο Έλληνας υπεράσπιζε στο πόλεμο του ’40 μόνο την εθνική του ανεξαρτησία. Διότι ήθελε την ελευθερία του, τη δουλιά του, την επικράτηση της θέλησής του που του την έπνιγε ο φασίστας Μεταξάς. Νωπή ακόμη η θυσία του αυτή. Και σε ολόκληρη την Πατρίδα τα στεφάνια δροσίζουν, στις 28 Οκτωβρίου, την πυρωμένη θέληση των ηρωϊκών προγόνων μας για την ιερά Ελευθερία, που για χάρη Της σακατεύτηκαν και κλαδεύτηκαν, σαν τις καλαμιές στο κάμπο, δημιουργικές ηλικίες, ζωντανές δυνάμεις, ανθρώπινες ψυχές, εμπνευσμένα μυαλά. Με αποτέλεσμα η καθολική ελληνική αντίστασις να βρεθεί σε μιά τριπλή σύγκρουση. Με κατοχικές δυνάμεις του άξονα (Ιταλίας, Αλβανίας, Γερμανίας, Βουλγαρίας). Με συνεργάτες των κατακτητών δοσιλόγων. Με παλλαϊκή αναμέτρηση μεταξύ ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και ΕΔΕΣ. Αιτία δε αυτών των αναμετρήσεων ήταν η ανάμειξη του ξένου παράγοντα, που ως κίνητρά της χρησιμοποιήθηκαν η ιδεολογία και η πάλη για την εξουσία. Δυστυχώς, τα ιστορικά ντοκιματέρ των παρελάσεων, των επιλεγμένων γεγονότων και των  αυτοκυριαρχημένων συναισθημάτων παρουσιάζουν τη μιά πλευρά της Ιστορίας. Όπως την άποψη των γραφικών αυταπάτων περί μιας Ελλάδος «πτωχής πλην τιμίας», που αντιστάθηκε στον Άξονα γιατί …«έτσι κάνουν οι Έλληνες» και άλλα φαιδρά. Σαν το αρκετά σημαντικό γεγονός ότι -παραδόξως- αντί η Ελλάδα να γιορτάζει την απελευθέρωσή της από τον ναζιστικό ζυγό, γιορτάζει την ημέρα που ο εχθρός της κύρηξε τον πόλεμο (28η Οκτωβρίου) και μπήκε σε μία καταστροφική, αν και ηρωική, πολεμική σύγκρουση με χιλιάδες νεκρούς. Πρέπει να είμαστε η μοναδική χώρα στον κόσμο που αντί για την απελευθέρωσή της γιορτάζει τον πόλεμο. Από τον οποίον το μόνο δίδαγμα που έμεινε στον Ελληνικό λαό, από τους ιδεολογικούς καθοδηγητές του, είναι πως οι Ιταλοί και οι Γερμανοί (ειδικά οι δεύτεροι) ήταν κάποιοι…«κακοί άνθρωποι και βάρβαροι». Χωρίς να τονίζεται ποιά καθεστώτα και ιδεολογίες έκαναν αυτά τα Κράτη να φερθούν τόσο απάνθρωπα. Γι’αυτό -όπως και κάθε ιστορικό γεγονός στην Ελλάδα- και την 28η Οκτωβρίου ελάχιστοι άνθρωποι την αντιμετωπίζουν με ρεαλισμό, θάρρος και αντικειμενικότητα, εξετάζοντας τα γεγονότα χωρίς έλεος. Έτσι ώστε να αποσιωπούν ότι η Ελλάδα τη στιγμή που δέχθηκε την επίθεση από τους φασίστες εισβολείς βρισκόταν και αυτή κάτω από τον φασιστικό ζυγό του Μεταξά. Του οποίου η Δικτατορία του με τις μοναρχικές ευλογίες της Κορώνας εξελίχθει σε ένα φασιστικό καθεστώς ντροπής για τον τόπο, στυγνότερο κι από το Χιτλερικό. Αφού είναι γεγονός πως ο δρόμος γιά τη βασιλομεταξική Δικτατορία άνοιξε με την επιστροφή του Γεωργίου Βού στον θρόνο μετά το νόθο δημοψήφισμα που διενήργησε η Δικτατορία του Γ. Κονδύλη στις 3/11/35. Το κατασκευασμένο αποτέλεσμά του έδωσε: 97,88% υπέρ της βασιλευομένης Μοναρχίας και όχι Δημοκρατίας (που ψευδώς μας την παρουσιάζουν) και 2,12% υπέρ της αληθινής Δημοκρατίας. Ο Γεώργιος επιστρέφοντας  στις 26/11/1935 στην Ελλάδα Τρελλοκομείο (κατά τον Καραμανλή) και παραμερίζοντας τον Γ. Κονδύλη, διόρισε πρωθυπουργό τον καθηγητή Κων/ντίνο  Δεμερτζή και στις 17/12/35 προκήρυξε εκλογές για τις 26/1/1936. Φοβούμενος δε μήπως τα Δημοκρατικά Κόμματα πάρουν την απόλυτη πλειοψηφία στις εκλογές και έτσι αμφισβητηθεί το νόθο Δημοψήφισμα με το οποίο επανήλθε στον Θρόνο, ορίζει στις εκλογές το σύστημα της απλής αναλογικής. Παρά όμως, τα αλληπάλληλα στρατιωτικά κινήματα και τον διχασμό, που μαγείρευε το παρασκήνιο των Ανακτόρων, τα κόμματα κατά την προεκλογική περίοδο έδειξαν διάθεση να οδηγηθεί η Χώρα τους στην ομαλότητα με την απλή αναλογική, που έδωσε ίση σχεδόν κοινοβουλευτική δύναμη στις δύο μεγάλες παρατάξεις: Αντιβενιζελικά κόμματα 143 έδρες και Βενιζελικά 142. Ρυθμιστής της κατάστασης είχε αναδεχθεί με 15 έδρες το ΚΚΕ, που με το Αγροτικό Κόμμα είχαν συμπήξει το Παλλαϊκόν Μέτωπον. Βαριά όμως ήταν η εκλογική ήττα του Ι. Μεταξά, του οποίου το Κόμμα Ελευθεροφρόνων πήρε μόλις 3,94% και 7 έδρες. Ο ίδιος δε είχε προβλέψει την αποτυχία του, γράφοντας στο ημερόλογιό του: «Προεκλογική περίοδος. Αηδία του καταρτισμού των συνδιασμών. Έχω πάρει την αποφασίν μου εν περιπτώσει αποτυχίας». Την ημέρα δε των εκλογών σημείωνε: «Έκλογαί. Από χθές είχα την διαίσθησιν της αποτυχίας. Ερημνιά σπιτιού. Καμία εκδήλωσις έξω. Σήμερον επίσης, παρ’ όλας τας ελπίδας οικείων και φίλων. Νύκτα εξεδηλώθη πλήρως η αποτυχία. Παντού. Εις Αθήνας η αποτυχία οικτρά. Συμπέρασμα, ο αντιβενιζελισμός δεν με θέλει, με απέβαλεν εκ του μέσου του. Καλλίτερα». Αν και ο Μεταξάς δεν είχε λαϊκό στήριγμα, εντούτοις στις 5/3/36 ο Γεώργιος διορίζει τον ηττημένο Ι. Μεταξά υπουργό Στρατιωτικών, ο οποίος παραμένει  στο υποργείο και μετά από τον σχηματισμό κυβέρνησης Κων. Δεμερτζή. Στις 13/4/36 πεθαίνει ο προθυπουργός Κων. Δεμερτζής και ο Γεώργιος πραξικοπηματικά και παρά τις αντιδράσεις των κομμάτων διορίζει προθυπουργό τον Μεταξά και η νέα κυβέρνηση πέρνει ψήφο εμπιστοσύνης στη Βουλή, η οποία αίρεται από το Κόμμα Φιλελευθέρων στις 28/7/36. Ο Ι. Μεταξάς αντί να παραιτηθεί, το απόγευμα της 4/8/36 σε συνεννόηση με το Γεώργιο Βού (ο οποίος υπέγραψε τα σχετικά διατάγματα για την αναστολή άρθρων του Συντάγματος και τη διάλυση της Βουλής) επέβαλε Δικτατορία. Ως Δικτάτορας πλέον ο Μεταξάς με αστυνομικά μέτρα, φυλακίσεις και εκτοπίσεις εξουδετέρωσε όλους τους πολιτικούς του αντιπάλους και με αναγκαστικό νόμο κατήργησε τα πολιτικά Κόμματα. Τον Σεπτέμβριο έθεσε υπό περιορισμό στην Κέρκυρα τον  Θεοτόκη και τους επόμενους μήνες έστειλε στην εξορία τον Παν. Κανελλόπουλο, τον Γ. Καφαντάρη, τον Γ. Παπανδρέου, τον Αλ. Μυλωνά, τον βαριά άρρωστο Ανδρέα Μιχαλακόπουλο, ο οποίος πέθανε στις 27/3/38. Επίσης συνέλαβε τον γενικό γραμματέα του ΚΚΕ Νίκο Ζαχαριάδη και πλήθος άλλα στελέχη του Κόμματος και αριστερούς ηγέτες σαν τον Ι Σοφιανόπουλο, Αλέξ. Σβώλο και άλλους. Το βάρβαρον είναι ότι παραποιούσε τα γεγονότα εμφανίζοντας την πανεργατική απεργία, που είχε κηρυχθεί για τις 5/8/36, ως «αρχήν εκδηλώσεως της στασιαστικής ταύτης ενεργείας», κάτι που δεν είναι αληθές. Αυτός ήταν ο Μεταξάς. Με ψέματα διαστρέβλωνε τα γεγονότα . Όπως σε εισήγησή του προς τον Γεώργιο Βού έγραφε: «η χώρα ευρίσκεται εις έκρυθμον κατάστασιν και εις τας παραμονάς ανατρεπτικής στασιαστικής κινήσεως» και σημείωνε ότι «η κατάστασις προέρχεται εκ της οσημέραι ογκουμένης κομμουνιστικής προπαγάνδας...». Μα ποιός κομμουνισμός. Αφού ο ίδιος ομολογεί στο ημερολόγιό του πως δεν τον ήθελαν οι ίδιοι οι δικοί του οι Αντιβενιζελικοί. Όπως μας λέει και ο Σοφοκλής «Το ψέμα ποτέ δε ζει για να γεράσει». Έτσι και το δικό του ΟΧΙ προς τον Ιταλό πρέσβη Γκράτσι, ως ΟΧΙ του ελληνικού λαού προς την ιταλλική Ταξιαρχία Τζούλια (σώμα ορεινού πεζικού του Ιταλικού στρατού), δεν μπόρεσε να γεράσει. Αφού ξεψυχόντας στο Ασημοχώρι της Κόνιτσας μαζί με παππούδες, πατεράδες, θείους και αδέλφια μας έφερε την κατέρρευση του Μεταξικού Φασιστικού καθεστώτος με την κατοχή της Ελλάδας από την φασιστική Γερμανία και τους συμμάχους της, Ιταλία και Βουλγαρία. Εδώ χρειάζεται ένας Χατζιδάκης να μας παραπέμψει σοβαρός και ελαφρώς είρων στην Εποχή της Μελισσάνθης του. Σε μια βαθιά απελπισμένη εθνικά εποχή, που δεν ήξερε να κηδέψει τα πάθη της. Αλλά ήλπιζε πως θα ήταν πολύ παράδοξο να λέγεται ότι ο φασισμός πολέμησε το φασισμό, καθώς τέτοιες αναφορές ίσως να δημιουργούσαν ερωτηματικά και τροφή για σκέψη σε ότι αφορά το ηρωικό έπος της του ’40. Του οποίου το επιστέγασμά του και το έπαθλο για τον εργαζόμενο λαό έπρεπε να ήταν και να παραμείνει μια καινούργια Ελλάδα της δουλειάς, της λευτεριάς, λυτρωμένη από κάθε ξενική ιμπεριαλιστική εξάρτηση, μ' ένα πραγματικά παλλαϊκό πολιτισμό. Κάθε πράκτορας του φασισμού εν Ελλάδι έπρπε να εξοντωθεί αλύπητα. Γιαυτό ο λαός της Ελλάδας διεξήγαγε στις 28 Οκτωβρίου έναν πόλεμο εθνικοαπελευθερωτικό, ενάντια στο φασισμό του Μεταξά. Δίπλα στο κύριο αυτό μέτωπο ο κάθε βράχος, η κάθε ρεματιά, το κάθε χωριό, καλύβα με καλύβα, η κάθε πόλη, σπίτι με σπίτι, είχε γίνει φρούριο του Εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα. Τα πάντα δόσανε όλες τους τις δυνάμεις, δίχως επιφύλαξη, στον πόλεμο αυτό που τον διεύθυνε η φασιστική κυβέρνηση Μεταξά. Το φασιστικό καθεστώς και το Φύλλο Πορείας, που τους καλούσε άμεσα να παρουσιασθούν δεν άφηνε περιθώριο για καμμία σκέψη τυχόν κωλυσιεργίας στους επιστρατευμένους. Βεβαίως η κυβέρνηση Μεταξά ήταν βαθύτατα αντιλαϊκή. Όμως στη συγκεκριμένη στιγμή, στο πλαίσιο των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων (Μ. Βρετανία - Γερμανία και Ιταλία) εκ των πραγμάτων διηύθυνε τον πόλεμο, αφού η πολιτική της βρισκόταν στην πολιτική γραμμή που τη συγκεκριμένη στιγμή εφάρμοζε και η Μ. Βρετανία. Γιαυτό από την πλευρά της κυβέρνησης Μεταξά ήταν καθαρό ότι η απόκρουση της ιταλικής επιδρομής θα είχε τη συνέχειά της. Δηλαδή, τη μετατροπή του αμυντικού πολέμου σε πόλεμο κατακτητικό, με στόχο την κατάληψη της Αλβανίας από τον ελληνικό στρατό. Σε αυτή τη σοβινιστική της επιδίωξη η κυβέρνηση είχε ως πρόσχημα την ύπαρξη της ελληνικής μειονότητας στην Αλβανία. H προστασία της μειονότητας όμως ήταν μόνο η πρόφαση.  Ο στόχος του Μεταξά ήταν να κάνει τον πόλεμο ενάντια στην Ιταλία σαν μια επιχείρηση, αντιλαϊκή - πλουτοκρατική - καταχτητική - φασιστική ιμπεριαλιστική. Όλα δε τα βάρη του πολέμου αυτού τα φόρτωσε στους εργαζόμενους. Δημιούργησε στρατιές της «τσουγκράνας» και του «δρεπανιού», ώστε να νικηθούν. Γιαυτό δεν πρότεινει, τότε που ο Χίτλερ μέσα στην παράνοιά του επιτέθει και στη Σοβιετική Ένωση παραβιάζοντας τη συμφωνία τους και η θέσης της Ελλάδος ήταν ευνοϊκή για μια έντιμη ειρήνη με τη βοήθεια της Ρωσίας. Μόνο μας έδινε κρέας για τα κανόνια στη μακρόχρονη πολεμική προσπάθεια του εγγλέζικου ιμπεριαλισμού αρχίζοντας μαζικούς τουφεκισμούς Αλβανών και Ιταλών. Έτσι μας υποδούλωνε ακόμα πιο πολύ στην εγγλέζικη κεφαλαιοκρατία που μας έγδερνε από το 1821 με το «Σύμφωνο υποτέλειας» του κακού δαίμονα της Ελληνικής Επανάστασης και τυφλού οργάνου της αγγλικής πολιτικής Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου. Δια του οποίου «το ελληνικόν έθνος έθετεν εκουσίως την ιεράν παρακαταθήκην της αυτού ελευθερίας, εθνικής ανεξαρτησίας και πολιτικής του υπάρξεως, υπό την μοναδικήν υπεράσπισιν της Μ. Βρετανίας». Το δε 1917 με τα στρατεύματά της η Αγγλία είχε αποκλείσει την Αθήνα εκβιάζοντας και καταδικάζοντας τον πληθυσμό της Νότιας Ελλάδας σε πείνα, προκειμένου να ολοκληρωθεί ο Εθνικός Διχασμός και το διαδικαστικό πλαίσιο σταθεροποίησης του Ελευθερίου Βενιζέλου στην εξουσία. Η οποία  αρνήθηκε να διακόψει την υδροδότηση του Αγγλικού Στρατού στην Θεσσαλονίκη, ώστε να εξοικονομηθεί νερό για την πυρόσβεση της τρομερής πυρκαγιάς στη πόλη της Θεσσαλονίκης που συνέβη τον Αύγουστο 1917. Επίσης η Αγγλία είναι αυτή που μας χαντάκωσε στη Μικρά Ασία με την εμπλοκή της Ελλάδας στη Μικρασιατική Εκστρατεία βάσει στις διατάξεις της Συνθήκης «Ανακωχής του Μούδρου» (Οκτώβρης 1918), που αποτελούν την επιβολή των αγγλικών όρων επικυριαρχίας στην Εγγύς και Μέση Ανατολή και του διαμελισμού της Τουρκίας. Με βάση την απόφαση του Ανωτάτου Συμμαχικού Συμβουλίου, που πάρθηκε στις 6/5/1919 για την αποστολή ελληνικού στρατού στη Μικρά Ασία, στις 15 Μάη 1919 αποβιβάστηκαν στη Σμύρνη οι πρώτες μονάδες του ελληνικού στρατού, για να κρατήσει η Αγγλία υπό την κατοχή και τον έλεγχό της τις περιοχές της Μουσούλης - Μεσοποταμίας - με τα πλούσια πετρελαιοφόρα κοιτάσματά τους και να τις προσαρτήσει στη βρετανική αυτοκρατορία. Ο πρώτος αρχιστράτηγος της Μικράς Ασίας Λεωνίδας Παρασκευόπουλος, σε γράμμα του από το Παρίσι προς φίλους του, έγραφε: «...πάντοτε ήμην αισιόδοξος, τώρα εσταμάτησα, δεν ελπίζω πλέον τίποτε, η καταστροφή επήλθε πλήρως και κανείς δεν δύναται να την σταματήσει. Σήμερον η Αγγλία θέλει ελληνικάς λόγχας. Οταν αύριον δεν θα τας έχει ανάγκην, διότι θα τα φκιάσει με τον Κεμάλ, τότε θα μας δώσει την κλωτσιά κατάστηθα και ευρισκόμεθα πολύ πλησίον της εποχής αυτής». Αφού για κάθε κίνηση του ελληνικού στρατού απαιτούνταν «έγκρισις Κάλθροπ (Αγγλου ναυάρχου) ή μετά τυχόν αναχώρησιν αυτού, προϊσταμένου Συμμαχικού Στόλου εν Σμύρνη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, που δείχνει με τον πιο πειστικό τρόπο πως ο ελληνικός στρατός είχε χάσει τον εθνικό του χαρακτήρα και είχε μετατραπεί σε εκστρατευτικό σώμα του υπουργείου Αποικιών της Αγγλίας, αποτελεί το παρακάτω τηλεγράφημα του Βενιζέλου από το Λονδίνο προς τον αρχιστράτηγο Παρασκευόπουλο: «Αγγλος υπουργός Στρατιωτικών εξουσιοδοτεί στρατηγό Μιλν (πρόκειται για τον αρχηγό των αγγλικών στρατευμάτων κατοχής στην Τουρκία), όπως, αν κρίνει ενδεδειγμένον, επιτρέψει εις ημέτερα στρατεύματα, εν περιπτώσει τουρκικής επιθέσεως, συνεχίζωσιν αντεπιτιθέμενα την καταδίωξιν και πέραν των τριών χιλιομέτρων υπό τον όρον ότι μετά πέρας επιχειρήσεως, στρατεύματά μας επανέρχονται εντός ορισθείσης γραμμής κατοχής. Συνιστώ αποστείλητε εις Κων/πολιν Αρχηγόν Επιτελείου, όπως επιτύχει άδειαν ταύτην». Άρα δεν πρόκειται για λάθη στη σφαγή του Μικρασιατικού Ελληνισμού, αλλά για εφαρμογή ξένων σχεδιασμών από την δουλική υπακοή της ελληνικης Κυβέρνησης στα κελεύσματα των Ιμπεριαλιστών Άγγλων. Ο Ελ. Βενιζέλος από πριν είχε δώσει δείγματα «καλής συμπεριφοράς» και υποτέλειας στην εξυπηρέτηση των σχεδίων των Άγγλων Ιμπεριαλιστών με τη συμμετοχή της Ελλάδος στην Ουκρανική Εκστρατεία για την κατάπνιξη της νεαρής Σοβιετικής Εξουσίας.  Παρότι το τσιράκι των Άγγλων, Ε. Βενιζέλος, δεν ήταν κανένας φανατικός υπερεθνικιστής ή υπερπατριώτης του τύπου της Εθνικής Εταιρίας του 1897, εντούτοις εκείνος ήταν που εδιέταξε την απόβαση Ελληνικών Στρατευμάτων στην Μικρά Ασία και επροκάλεσε σε αντεπίθεση τα Τουρκικά Στρατεύματα με αποτέλεσμα να βγούμε δαρμένοι και πικρά κλαμένοι. Όπως δηλαδή, στις 28 Μαρτίου του 1897 οι Τούρκοι μας βαράγαν αλύπητα μέχρι την Λαμία, γιατί σπάσανε, με το έτσι θέλω, τα σύνορα στην ελληνοτουρκική μεθόριο στο «Μέτωπο Θεσσαλίας» 2.600 εξοπλισμένα μέλη της Εθνικής Εταιρίας, οργάνωση του λοχαγού Παύλου Μελά, του λογοτέχνη Κωστή Παλαμά, του στρατηγού Ιωάννη Μεταξά και άλλων. Και επειδή τόσο την Πατρίδα όσο και την Ιστορία αυτής την έχω εξ αδιαιρέτου με όλους αυτούς. Με αυτό το δικαίωμα, αλλά και την υποχρέωση που πηγάζει από το προνόμιο του να είμαι, ως τέκνον της Αφροδίτης και του Έρωτα, Έλλην ιθαγενής με το δίκαιο του αίματος (και όχι Έλλην υπήκοος με το δίκαιο του τόπου της παραγράφου β΄ του χριστιανικού Συντάγματος της Επιδαύρου το 1822). Έχω ηθικόν χρέος, προς τους γονείς μου, να τιμήσω αυτό μου το προνόμιο λέγοντας. Ότι ο Βενιζέλος και ο Μεταξάς, με τον βίο και την πολιτεία τους που ξέκαναν την χώρα μας, υπήρξαν δυστυχία, φτώχεια και ανέχεια για την Μάνα μου Ελλάδα. Βεβαίως το ΟΧΙ της 28ης Οκτωβρίου 1940 που βροντοφώναξαν με ένα στόμα οι Έλληνες στο φασίστα Ντούτσε, στη πρώτη γραμμή της Πίνδου, ήταν «Μάχη της Ελλάδας» εναντίον της επίθεσης των Ιταλών στα ελληνικά φυλάκια της παραμεθόριας γραμμής Ελλάδος-Αλβανίας. Αφού στις πραγματικά κρίσιμες για το Έθνος και την Πατρίδα στιγμές μόνο μια λέξη ηχεί σωστά σε ελληνικά αυτιά και φυλλοκάρδια, όταν απειλείται η υπόσταση των Ελλήνων. Και η λέξη αυτή είναι αναμφίβολα το δοξασμένο και ματωμένο «ΟΧΙ», που μαζί με την κραυγή «Αέρα» αντήχησε στις βουνοκορφές των υψωμάτων της Πίνδου. Όπου η γενιά του «σαράντα» μεγαλούργησε, μια γενιά ανδρών, γυναικών και παιδιών που δημιούργησαν για εμάς τους νεότερους χρυσές υποθήκες γράφοντας ανεκτίμη­τες σελίδες ηρωισμού, αυταπάρνησης, αυτοθυσίας και ανδρείας. Έχοντας, βεβαίως, παρα­μερίσει την θανατηφόρον επιδημική ασθένεια που μας κατέφαγε και που τα συμπτώματά της δεν εξαλείφτηκαν ακόμα ολοσχερώς. Δηλαδή την σύμπραξη Αγγλίας και του ΔΟΤΟΥ Πρωθυπουργού, που ο Lloyd George έφερε από την Κρήτη το 1910,  στον Εθνικό Διχασμό ανάμεσα σε βενιζελικούς και αντιβενιζελικούς με την Ιερά Σύνοδο της Παλαιάς Ελλάδας να αναθεματίζει στο Πεδίο του Άρεως τον «σατανά» της πολιτικής ζωής του τόπου Ελευθέριο Βενιζέλο. Αυτή η τερατογόνα  διχόνοια του κολαστηρίου του Εθνικού Διχασμού δεν έλειψε και από το ηρωϊκό Έπος του 1940, που την επέβαλε η φασίζουσα δικτατορία της 4ης Αυγούστου 1936 του αυταρχικού καθεστώτος του Μεταξά. Ενώ όλες οι ηλικίες ευρίσκοντο από την πρώτη στιγμή και εις την πρώτην γραμμήν υπό τα όπλα, την ημέραν της ενάρξεως του πολέμου, την 28ην Οκτωβρίου, συνελήφθησαν και εξετοπίσθησαν εκατοντάδες πατέρες και αδελφοί των Στρατιωτών. Με κάθε ενέργειαν δε εκρατήθησαν πεισμόνως μέχρι τέλους του αγώνα, μολονότι τα παιδιά των επολεμούσαν εις τα Αλβανικά βουνά και πολλοί ετραυματίζοντο, εφονεύοντο, κάνοντας ανδραγαθήματα. Με πρόσχημα δε την καταστολή του «εσωτερικού εχθρού» πολλά ενεργά μέλη του ΚΚΕ στις 28 Οκτωβρίου βρίσκονταν είτε σε φυλακές κι εξορίες στα ξερονήσια, είτε στα κάτεργα της Ακροναυπλίας για βαθιά παρανομία. Έβλεπαν τους καπνεργάτες και κάθε προοδευτικό με αποστροφή και δεν είναι  υπερβολικό αν πώ με μίσος. Πολλοί από τους πατριώτες που έτρεχαν με ενθουσιασμό να καταταγούν στις μονάδες, βρέθηκαν σημαδεμένοι στα μητρώα του λόχου τους και το σημάδεμα αυτό σήμαινε την υποβάθμιση του πατριωτισμού τους. Οταν ύστερα από αφάνταστες ταλαιπωρίες κατόρθωναν να φτάσουν στο λόχο τους, το όνομά τους ήταν υπογραμμισμένο με κόκκινη μελάνη. Και ετοποθετούνταν αναγκαστικά σε «μη μάχιμες» υπηρεσίες (σκαπανείς, συνεργεία οδοποιίας, μουλαράδες). Επιτηρούνταν δε διακρώς απ’ το Α2 και –το κυριότερο– αποκλείονταν από τη διανομή της «Φανέλας του Στρατιώτη» και των άλλων εφοδίων που συγκεντρώνονταν από τους πολίτες. Έτσι, κομμένοι στα δυό και ραμμένοι στα μέτρα του δικτάτορα Μεταξά, τα αδέλφια μας οι Στρατιώτες πολέμησαν με παράτολμον θάρρος και υψίστην περιφρόνησιν προς τον θάνατον στα βουνά της Ηπείρου και ανάγκασαν τους  Ιταλούς να οπισθοχωρήσουν στο εσωτερικό της Αλβανίας. Ο Ελληνικός Στρατός κυνηγόντας τους εισβολείς μέσα στην Νότια Αλβανία (Βόρειο Ήπειρο) κατέκτησε στις 22/11/1940 την Κορυτσά, στις 6/12/1940 τους Αγίους Σαράντα (Ογχησμός), στις 8/12/1940 το Αργυρόκαστρο (Αντιγόνεια), στις 22/12/1940 τη Χιμάρα και στις 10/1/ 1941 την Κλεισούρα. Εδώ σε αυτή τη στιγμή του θριάμβου του ελληνικού ΟΧΙ ο Μεταξάς, ως φασίστας Στρατηγός και δικτάτορας Πρωθυπουργός, δεν έπαιξε τον ιστορικό ρόλο που καλούσαν οι περιστάσεις να παίξει. Σε αυτή τη πρώτη ήττα των δυνάμεων του Άξονα, αντί ο Μεταξάς να διακηρύσει στο ραδιόφωνο ότι «ο Ελληνικός Στρατός προελαύνει (εις Αλβανίαν) προς αποκατάστασιν της αλβανικής ελευθερίας, ανεξαρτησίας και ακεραιότητας. Έπρεπε να αναγκάσει τους Ιταλούς να κάμουν Ανακωχή, που θα εσήμανε την απόσυρση της Ιταλίας από το συνασπισμό του Άξονα. Κάτι που έγινε αργότερα στις 28 Σεπτέμβρίου 1943. Ήταν η μοναδική ευκαιρία για την Ελλάδα, να βγεί εγκαίρως απ’ τον πόλεμο αλώβητη, νικήτρια και εδαφικώς μεγαλυτέρα, αλλά και να αποφύγει τα δεινά που ακολούθησαν (γερμανική εισβολή, κατοχή, εμφύλιος πόλεμος). Δυστυχώς, ο γόνος των Αντζουλακάτων της οικογένειας των Μεταξάδων που μετέφεραν από την Κίνα το μετάξι στο Βυζάντιο κρύβοντας μεταξοσκώληκες στα κούφια μπαστούνια τους, κ. Μεταξάς, κατόρθωσε να βάλει την Πατρίδα μας στο σφαγείου του Άξονα, ξεπουλώντας την Ελλάδα στην Ιταλία σαν να ήταν άψυχο αντικείμενο και χωρίς αξία μάλιστα. Ο ελληνοϊταλικός πόλεμος ήταν ένας κρίκος της αλυσίδας στο γεωπολιτικό σύμπλεγμα της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Ο Μεταξάς και οι καλαμαράδες της Αθήνας ευαισθητοποίησαν τη Βρετανική διπλωματία πάνω στο θέμα αυτό και έκαναν ό,τι μπορούσαν για να παρασύρουν την Ελλάδα σε πόλεμο στο πλευρό των Αγγλογάλλων Ιμπεριαλιστών, ώστε να μεταβάλουν την Ελλάδα σε πολεμικές βάσεις και να δώσουν τον ελληνικό λαό στον Τσάμπερλαιν για να τον σφάξει. Οι μόνοι που είχαν συμφέρον από το άνοιγμα νέου μετώπου στα Βαλκάνια ήσαν οι Εγγλέζοι, αφού ένα νέο μέτωπο στο Νότο θα αποδυνάμωνε τις γερμανικές δυνάμεις. Τη στιγμή όμως που ο Ελληνικός Στρατός είχε σχεδόν πετάξει τους Ιταλούς εισβολείς έξω από τα ελληνικά σύνορα, ο ελληνικός λαός χάλασε τα σχέδια του φασισμού του Μεταξά και ο χαρακτήρας του πολέμου, ως εθνικοαπελευθερωτικός, έχει πάψει να υφίσταται. Η δε πρωταρχική επιθυμία του λαού που ήταν η απκατάσταση της εσωτερικής ειρήνης, δίχως καμμιά οικονομική - πολιτική - εδαφική παραχώρηση στον εξωτερικό φασισμό με βίαιη προσάρτηση, μετατράπηκε σε κατακτηκή πτυχή με το νέο ελληνοϊταλικό μέτωπο στο Τεμπελένι της Αλβανίας και όχι πια στα σύνορα της Ελλάδος. Και ως καθήκοντα της Μάχης μπαίνουν πλέον η ειρήνη και η ουδετερότητα της Ελλάδος. Ούτως είχε προσδιοριστεί σαφέστερα ο «νέος» αντίπαλος του ελληνικού λαού, «ο Εγγλέζικος Ιμπεριαλισμός», και ο λαός πρέπει να προετοιμαστεί για το νέον αγώνα που ανοιγόταν μπροστά του και ο οποίος είχε κατοχικό περιεχόμενο. Με αποτέλεσμα ο Ελληνικός λαός να χύσει το αίμα του για νάνε δούλος στον Μεταξά, στην Μοναρχία, στην ντόπια Κεφαλαιοκρατία και στον Εγγλέζικο Ιμπεριαλισμό. Γιαυτό ο Μεταξάς κωλυσιεργούσε την επίτευξη του γερμανικού σχεδίου ειρηνεύσεως που του δήλωσε τηλεγραφικώς ο Έλληνας πρέσβης στην Ισπανία κ. Περικλής Αργυρόπουλος. Στη δε ταυτόχρονη συμπληρωματική έκθεση (θετική εισήγηση) του Έλληνα πρέσβη, προς την Αθήνα, περιελαμβάνονταν τα ακόλουθα: «Στις 17 Δεκεμβρίου ενεστώτος έτους (1940) ο πρέσβης της Ουγγαρίας στη Μαδρίτη, στρατηγός Ρούντολφ Αντόρκα, ενεργόντας με επίσημη υπόδειξη της γερμανικής κυβερνήσεως (τον Αρχηγό της Μυστικής Υπηρεσίας Βίλχελμ Φον Κανάρη) με επληροφόρισε οτι υπάρχει γερμανική πρόταση ανακωχής. Υπό τους όρους ότι η Γερμανία θα βοηθήσει την άμεση κατάπαυση του πυρός, με παρεμβολή στρατιωτικής δύναμης μεταξύ των δύο αντιμαχομένων παρατάξεων, τη διατήρηση των εδαφών κατάληψης από τον ελληνικό στρατό, την εγγύηση του στάτους κβο και το απαραβίαστο των νέων συνόρων έναντι του μοναδικού όρου, της επαναφοράς της Ελλάδας στην  ουδετερότητα και την εγκατάλειψη του ελληνικού εδάφους από τους Άγγλους (βάση το βιβλίο «Η Ελλάδα και ο Ισπανικός Εμφύλιος Πόλεμος», του Θανάση Σφήκα, Νοεμβ. 2000 , ISBN-960-8032-55-5, σελ. 356)». Ο πρωθυπουργός  Ι. Μεταξάς, απορρίπτοντας την γερμανική πρόταση για ειρήνη, οδήγησε την Ελλάδα -το σύμβολο της βασανισμένης, ματωμένης, αλλά ζωντανής Ευρώπης- από την νίκη της στον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο σε μια δεύτερη Μάχη στο ποταμό της Τουρκίας Σαγγάριο (γιό του Ωκεανού και της Τηθύος). Όπως και ο τέως αγγλόφιλος πρωθυπουργός Ε. Βενιζέλος στις 10 Αυγούστου 1921για αγγλικά συμφέροντα στη Μουσούλη της Εγγύς Ανατολής. Το ότι ο Μεταξάς ήταν συνεχιστής της Μικρασιατικής Καταστροφής μας το διαβεβαιώνει και ο ίδιος λέγοντας στον λόγο του προς τους Eκδότες και Αρχισυντάκτας του Αθηναικού Τύπου εις το Γενικόν Στρατηγείον στις 30 οκτωβρίου 1940 το εξής: «Ήδη μετά την άδικον επίθεσιν της Ιταλίας, η πολιτική την οποίαν ακολουθώ είναι η πολιτική του αειμνήστου Βενιζέλου. Διότι είναι η πολιτική του συνταυτισμού της Ελλάδος με την τύχην της δυνάμεως (της Αγγλίας εννοείται). ...Δια την Ελλάδα η Αγγλία είναι η φυσική φίλη και επανειλημμένως εδείχθη προστάτρια, ενίοτε δε η μόνη προστάτρια. ..». Βεβαίως, η Βρεττανία για τον Μεταξά ήταν η «θεά Αγγλία» και η προστάτιδα της Ελλάδος υπό την έννοια όμως του Νταβατζή. Αλλά όχι και ο μοναδικός Νταβατζής , που μας λέγει ο Δικτάτορας. Αφού πριν από χρόνια, μέσα στην τσίκνα του Μπαϊρακτάρη και την ευωχία του οινοπνεύματος και του κεμπάπ, ο τότε πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής μας είχε πει εκείνο το ότι «μας κυβερνούν πέντε (05) νταβατζήδες». Εγώ πάντως «'Eν οἶδα ὅτι οὐδὲν οἶδα» για το νταβατζιλίκι των άλλων τεσσάρων μαστροπών που μαστρόπευσαν την Πατρίδα μου όταν την κυβερνούσαν. Γνωρίζω όμως ότι το αγγλικό νταβατζιλίκι επικρατεί στο Βαλκανικό κρατίδιο «Ελλάς» από τις 24 Ιουλίου 1825. Όπου οι κολλητοί της Αγγλίας πήραν την απόφαση να θέσουν «...εκουσίως την ιερά παρακαταθήκη της ελευθερίας (του ελληνικού Έθνους), της εθνικής ανεξαρτησίας και της πολιτικής αυτού υπάρξεως υπό την μοναδικήν υπεράσπισιν της Μεγάλης Βρεττανίας (Αρχείο Ρώμα, Α 595)». Με αυτή τη μοχθηρή πράξη έσπρωξαν το ψευτο-Ρωμέϊκο και Χριστο-Βασίλειο «Ελλάς» στον ανάσκελο κόσμο των ενστίκτων των αγγλόφιλων εκπορνευτών πρωθυπουργών Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου (1833), Γεωργίου Κουντουριώτη (1848),  Δημητρίου Βούλγαρη (1855), Θρασυβούλου Ζαΐμη (1869), Χαριλάου Τρικούπη (με προσωνύμιο Εγγλέζος, 1875),  Δημήτρη Ράλλη (1897), Ελευθερίου Βενιζέλου (1910), Αλεξάνδρου Ζαΐμη (1926) και Ιωάννη Μεταξά (1940). Μάλιστα ο Ιωάννης Μεταξάς το φθινόπωρο του 1936 παρέστη σε συνεδρίαση του Ανωτάτου Ναυτικού Συμβουλίου στο Γενικό Επιτελείο Ναυτικού και μεταξύ άλλων δήλωσε: «Αυτό που θα σας είπω δεν θα το ανακοινώσετε εις κανέναν. Προβλέπω πόλεμον μεταξύ του Αγγλικού και του Γερμανικού συγκροτήματος. Είναι περιττόν να σας είπω ότι η θέσις μας εις την σύρραξιν αυτήν θα είναι παρά το πλευρόν της Αγγλίας». Φυσικά με τους Νταβατζίδες Άγγλους, αφού το πραγματικό κέντρο εξουσίας του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου 1936 ήταν το Παλάτι και το «βαθύ κράτος», που υπάκουε πρωτίστως στο βασιλιά. Και ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄ ήταν απόλυτα αφοσιωμένος στη Βρετανία – τη «θετή και πνευματική του πατρίδα», σύμφωνα με τον άγγλο πρεσβευτή Ρέτζιναλντ Λίπερ. Επίσης δε στα τέλη του 1938 εκμυστηρευόταν ο κ Μεταξάς στον τότε Βρετανό πρεσβευτή «Αυτό που επιθυμώ είναι μια συμμαχία με τη Μεγάλη Βρετανία. Και γιατί όχι». Την τεκμηριωμένη αμφισβήτηση της όλης φιλοσοφίας της βρετανικής αυτής βοήθειας προς την Ελλάδα μας την τεκμηριώνει ο βρετανός Robin Higham, καθηγητής της Ιστορίας στο Πολιτειακό πανεπιστήμιο του Κάνσας των ΗΠΑ, στο βιβλίο του: «Η βρετανική βοήθεια προς την Ελλάδα» με τα εξής. «Περισσότερο χάος και καταστροφή παρά στρατιωτική ενίσχυση και προστασία προσέφερε η βρετανική βοήθεια προς την Ελλάδα το 1940-1941». «Όταν άρχισε ο ελληνοϊταλικός πόλεμος οι βρετανικές δυνάμεις έστειλαν μερικά αγόρια να εκτελέσουν το έργο επαγγελματία στρατιώτη». «Γνώριζε ο Μεταξάς από τα μέσα Μαρτίου το γερμανικό σχέδιο εισβολής στην Ελλάδα αλλά ανέχθηκε, μεταξύ άλλων, τα 35 αεροπλάνα που ο Ρούζβελτ, με απόφαση του Κογκρέσου, διέθεσε για την Ελλάδα, να δοθούν στις βρετανικές δυνάμεις της Βόρειας Αφρικής». Βάσει των γεγονότων αυτών είναι φανερόν ότι ο Μεταξάς, με το να προσφέρει, εν καιρώ πολέμου, την βοήθεια των δυνάμεων (συμμάχου Αμερικής) προς την Ελλάδα στην Αγγλία, δεν επιδίωκε την αντίσταση στην εισβολή του Άξονα στην Ελλάδα. Και η απάντησή του στον Γκράτσι «Alors cest la guerre” ήταν το δικό του «ΝΑΙ» στην εισβολή των Ιταλο-Γερμανών στην Ελλάδα. Το ηρωϊκό και αθάνατο «ΟΧΙ» της 28ης  Οκτωβρίου 1940 δεν το είπε ο Μεταξάς, αλλά ο ελληνικός λαός προς το ξεπούλημα της Ελλάδας στους ντόπιους και ξένους νταβατζήδες της. Με την αυτοθυσία των κορμιών τους οι Έλληνες υπηρέτησαν τη γύμνια και ανηθικότητα των πολιτικών Ταγών του Έθνους των. Για να ξαναβρούν την αξιοπρέπειά τους, την τιμή τους και τον σεβασμό της ανδροσύνης τους.  Οι πρωτοβουλίες, που ανέλαβε ο Ιωάννης Μεταξάς και τελικά ενίσχυσαν τα αγγλικά συμφέροντα στην Ελλάδα, δεν προέκυψαν τυχαία εκείνο το πρωινό του Φθινοπώρου. Οι πανούργοι Άγγλοι, που επιθυμούσαν διακαώς το άνοιγμα του Βαλκανικού Μετώπου δια του πράκτορός των Τσιάνο και του άφρονος Μουσσολίνι, κατόρθωσαν να βάλουν την Ελλάδα στο σφαγείο ήδη από το καλοκαίρι του 1940. Με κορυφαίο γεγονός τον τορπιλισμό του εύδρομου καταδρομικού «ΕΛΛΗ» από το ιταλικό υποβρύχιο «DELFINO» με Κυβερνήτη τον υποπλοίαρχο GuizeppeAicardi  στο λιμάνι της Τήνου, ανήμερα της Παναγίας, στις 08.45 ώρα της 15 Αυγούστου 1940, με 8 νεκρούς και 22 τραυματίες. Αφότου είχε προηγηθεί βομβαρδισμός του βοηθητικού του Ελληνικού Στόλου « Ωρίων» καθώς και στο αντιτορπιλικό « Ύδρα» στις 12.7.1940 από τρία ιταλικά αεροπλάνα. Επισης στις 30/7/1940 ρίχνονται 4 βόμβες εναντίον ελληνικού αντιτορπιλικού στον Κορινθιακό. Και στις 2/8/1940 ιταλικό αεροπλάνο ρίχνει βόμβες εναντίον πλοίου της οικονομικής αστυνομίας 1 χιλ. από το φάρο της Λαγούσας. Στις 23 Οκτωβρίου 1940 ο Έλληνας Πρεσβευτής στην Ρώμη, θαυμάσια πληρο­φορημένος τηλεγραφούσε στην Ελληνική κυβέρνηση ότι: «κατά πληροφορίες στρατιωτικής πηγής, η εναντίον της Ελλάδος ενέργεια έχει προσδιορισθεί για τις 25 έως 28 Οκτωβρίου». Η δε ημερομηνία της εισβολής στην Ελλάδα αναβλήθηκε από την 26η στην 28η Οκτωβρίου 1940, κατόπιν επιμονής του Γενικού Επιτελείου Στρατού. Διότι με την ευκαιρία που στην Αθήνα το Εθνικό Θέατρο, ως νεοσύστατη «Λυρική Σκηνή», ανέβαζε στις 25 Οκτωβρίου 1940 το μελόδραμα του Τζάκομο Πουτσίνι «Μαντάμ Μπατερφλάυ», είχε προτείνει να κληθεί ο υιός του, Αντώνιος Πουτσίνι, για να παρακολουθήσει την πρώτη επίσημη παράσταση. Τον οποίον υποδέχθηκε στον Σταθμό Λαρίσης την ημέρα της παραστάσεως η Διοίκηση του Εθνικού Θεάτρου και ανώτερα στελέχη του. Την δε νύκτα της 26ης προς 27ης Οκτωβρίου 1940 έγινε η δεξίωση στην Ιταλική Πρεσβεία, όπου επάνω στο μεγάλο τραπέζι είχαν τοποθετηθεί μικρές σημαίες των δύο κρατών. Την ίδια ώρα πίσω από τους σκοτεινούς διαδρόμους της Πρεσβείας, μέσα στα γραφεία της οι δύο γραμματείς αποκρυπτογραφούσαν το τελεσίγραφο προς την Ελλάδα, που έφθανε με δόσεις, με τρόπο πρωθύστερο, σε τέσσερα μακρο­σκελή τηλεγραφήματα. Στις 27 Οκτωβρίου 1940 το βράδυ ο κόμης Τσιάνο ανακοίνωσε επίσημα στον Πρεσβευτή της Γερμανίας στην Ρώμη Όττο Φόν Μπίσμπαρη ότι αύριο και ώρα 3η πρωϊνή, η Ιταλία θα επέδιδε προς την Ελλάδα ρηματική διακοίνωση και ότι οπωσδήποτε την 6η πρωϊνή τα Ιταλικά στρατεύματα θα εισέβαλαν στην Ελλάδα. Επειδή όλοι ξέρουμε τι έγινε την ημέρα της 28ης Οκτωβρίου 1940 και κανείς δεν ξέρει όλες εκείνες τις ανθρώπινες μικρές στιγμές, που προετοιμάζουν, ακολουθούν και περιβάλουν με τρυφερότητα τις σπουδαίες και Μεγάλες Στιγμές. Θά ‘θελα ένα ντοκιματέρ να γυρίζει το χρόνο πίσω στον  Ι. Μεταξά στις ώρες των ονείρων για τη νύχτα της μεγάλης αγρύπνιας.  Να αρχίζει με την αρχή της ημέρας. Την στιγμή πριν ξυπνήσει, που τρεμοπαίζουν τα βλέφαρα. Να δούμε το βάρος της διάθεσης και της διαίσθησής του. Πόσο βαρύς ‘η ελαφρύς ξύπνησε το πρωί της 28ης Οκτωβρίου ο Ιωάννης Μεταξάς. Και τι θα απαντούσε ρωτούμενος την ώρα που ντυνόταν εάν ήξερε ότι εκείνη την ημέρα θα έγραφε Ιστορία. Μετά μπαίνοντας στο γραφείο του να ακούσουμε την «καλημέρα» του. Πόσο αφηρημένη ‘η δύσθυμη ή θυμωμένη ή πεισματωμένη ‘η αγωνιστική ή αγωνιώδης ‘η ‘η ‘η, ήταν η καλημέρα του. Κατόπιν κατά την άφηξη του Ιταλού πρέσβη, να δούμε τους δύο άνδρες –Ιωάννη και Εμανουέλε- καθισμένους απέναντι ο ένας στον άλλο πριν και οι δύο γίνουν πρωταγωνιστές, ο καλός και ο κακός, σε ένα έργο που έγινε ελληνική εθνική εορτή και παίζεται κάθε χρόνο. Και πως προετοίμαζαν την αναμέτρησή τους, η οποία θα έδινε το χρόνο στην Ιστορία να βουτήξει τη πένα της στο μελάνι με χρώμα που προτιμά, το «κόκκινο», για να γράψει ακόμα μια Σελίδα Της. Σε κοντινό πλάνο στο πρόσωπο του Γκράτσι θ’ αποτυπώναμε στις μνήμες μας την έκφρασή του όταν δέχθηκε το «ΌΧΙ» «μας;». Γυρίζοντας τον ήχο του εμπρός – πίσω, να ακουστεί ξανά και πάλι, θα κατανοούσαμε τον τόνο της φωνής του, τη βραχνάδα και έντασή της. Αν πρόδιδε, και εάν ναι πόσο, την απογοήτευση τού αναπόφευκτου, τη λιποψυχία του ανεπίστρεπτου. Και αντιπαραβάλλοντας στη συνέχεια τα άλλα κοινά και συνηθισμένα όχι του Μεταξά (όχι παρέτηση από προθυπουργός κατα την αίρεση εμπιστοσύνης προς την κυβέρνησή του -  όχι πολιτικούς αντιπάλους του – όχι ύπαρξη πολιτικών κομμάτων – όχι δημοκρατικό καθεστώς – όχι κοινοβούλειον - όχι πανεργατική απεργία – όχι Σύνταγμα κλπ) θα βλέπαμε εάν το προς τον Μουσολίνι ΟΧΙ του ήταν σαν όλα τα άλλα όχι του. Επίσης θα γνωρίζαμε πως επιστρέφει ο κάθε Μεταξάς σπίτι του έπειτα από ένα τέτοιο ΟΧΙ. Πόσο εύκολα ‘η δύσκολα προσαρμόζει τα μεγέθη και προσαρμόζεται και ο ίδιος σε αυτά και κάθεται στο οικογενειακό τραπέζι για την ώρα της σιωπής. Φθάνοντας το ντοκιμαντέρ στη νύχτα της 28ης Οκτώβρη, θα κοιτούσαμε στο σκοτάδι της κάμαρας τα μάτια του Γιάννου να κάνουν με το μυαλό και την καρδιά του την απογραφή της ημέρας. Θα βλέπαμε εάν στη νύχτα της κουρασμένης απογραφής πετάχτηκε με την κραυγή «Αέρα» και τον πολλαπλασιασμένο της αντίλαλο «Αέρα, Αέρα, Αέρα» στα βουνά της Ηπείρου. Επίσης αν είδε στον ύπνο του σε πρώτη προβολή τον εφιάλτη του ντοκιμαντέρ που βλέπουμε εμείς κάθε χρόνο. Την μακριά σειρά των αναπείρων πολέμου. Τα κρυοπαγήματα στα πόδια. Άνδρες που από ψηλά βουνά γινήκανε κουτσουρεμένοι ίσκιοι. Ηττημένοι ήρωες στοιβαγμένοι σε άθλια κάρα και βουτιγμένοι στη ψείρα και τη λέρα. Τελειώνοντας με όλα τα καλά και τα κακά όνειρα που είδαν οι Έλληνίδες και Έλληνες το βράδυ της εθνικής αγρύπνιας θα μαθαίναμε αν ήταν νύχτα αποκαμωμένου ύπνου, ‘η ύπνος δίχως όνειρα. Θα μας περπατούσε γύρω από κρεβάτια, μέσα από κρεβατοκάμαρες και θα μετρούσαμε πόσες γυναίκες νανούρισαν τους άνδρες τους σαν τα μωρά που συνέλαβαν την νύχτα εκείνη. Τα στατιστικά στοιχεία δεν έχουν σημασία, τα συναισθήματά τους αναζητούμε. Τον απελπισμένο τους έρωτα. Τον παυσίπονο έρωτά τους. Την ξαναγεννημένη ερωτική τους επιθυμία. Την ξεχασμένη τρυφερότητα που ήρθε με ένα ΟΧΙ. Και φθάνοντες σε εκείνες τις γυναίκες που καμώθηκαν τις κοιμισμένες γυρνώντας στο πλαί, να κρύψουν τους ευτούς τους, θα σκύβαμε και θα τις χαϊδεύαμε τον κρόταφο λέγοντάς τες «Τα όνειρα έρχονται όταν κοιμάσαι με ανοικτά τα μάτια;». Αλήθεια! Πως είναι δυνατόν να κλείσεις μάτι! Όταν νωρίς τα ξημερώματα του δευτεριάτικου πρωϊνού της 28ης ημέρας του μηνός της σποράς (Οκτωβρίου) κρατάς το σακάκι που ο σύντροφός σου έβαζε για να πάει στο χωράφι να σπείρει σιτάρι. Και εκείνος ακούγοντας τις σειρήνες του πολέμου το παρατάει και φεύγει προς το κάλεσμα της δοξασμένης και λαμπρής Πατρίδας του. Αφήνοντας πίσω του εσένα με ένα σακάκι στα χέρια σου αδειανό και άφωνη να ακούς αργότερα τ’ άρβυλά του στην άσφαλτο με το μεγάλο τραγούδι των αντρίκιων βημάτων του να μακραίνει και να σβήνει στο βάθος του δρόμου. Δεν γίνεται να σε πιάσει ο ύπνος σε άδειο κρεβάτι και χωρίς την συντροφικότητα της συναισθηματικής σχέσης του ρόκ εντ ρόλ (rock and roll) του κρεβατόματος. Η απουσία του χαράζει τις ώρες και ξυπνάει  τον τρόμο στην καρδιά σου. Ξυπνάς και τον ψάχνεις στο πλάι σου. Όμως η άδεια πλευρά του κρεβατιού σου θυμίζει ότι το κρύο δεν το αντέχεις. Αφού σου λείπει το σώμα του, που λειτουργούσε σαν ηχείο των πιο ανομολόγητων αναστεναγμών σου. Κάθιδρος αναζητούσε κάθε φορά την εκμετάλλευση και την υποταγή του σώματό σου στις πιο μύχιες σκέψεις του. Έμπαινε μέσα σου με ορμή χωρίς να λογαριάζει τον πόνο που ένοιωθες. Στο μυαλό του υπήρχε μόνο η ηδονή των κορμιών σας. Ως τέτοια μεταφράζατε τους πνιχτούς φθόγγους που άρθρωναν οι φωνητικές σου χορδές και έπνιγε, εν τη γενέσει τους, η γλώσσα του, καθώς έψαχνε να μετρήσει κάθε σπιθαμή της στοματικής σου κοιλότητας. Ένα κρεσέντο πάθους ανάβλυζε από κάθε πόρο του δέρματός του. Ενός σώματος παλλόμενου επάνω στην λευκότητα του δικού σου, σημείο της μελωδικής αντίστιξης και συμπλήρωσης. Και εσύ ένοιωθες σαν πολιορκημένη από βάρβαρους βόρειους λαούς, διψασμένους για κατάκτηση και ερήμωση. Και όταν εκκωφαντικά τελείωνε μέσα σου, έπεφτε στο πλάι, ανήμπορος να αρθρώσει τις προτάσεις εκείνες που θα τον βοηθούσαν να ανακαλύψει την ζωή που άφησε μέσα σου. Ξεθεωμένος από το δικό του μένος, άφηνε το χέρι του να ταξιδεύει επάνω στις κοιλότητες του κορμιού σου, εκείνου του ίδιου κορμιού που διαφέντευε αλαζονικά πριν λίγο. Και εσύ απλά καθόσουν, αναπνέοντας βαριά, προσπαθώντας να αντέξεις το βάρος που είχε αφήσει μέσα σου. Έκλεινες τα μάτια και αποκοιμόσουν ξέροντας ότι θα τον βρείς εκεί δίπλα όταν ξυπνήσεις από την νάρκωση της ηδονής του. Νοιώθοντας πιά την ανάσα του να καίει το πρόσωπό σου ζεσταίνεσαι και ξυπνάς. Κοιτάς δίπλα σου. Λείπει. Συνειδητοποιείς ότι ήταν όνειρο. Προσπαθείς να κοιμηθείς αμέσως, μήπως και έρθει πάλι κοντά σου. Αλλά μάταια. Λείπει από το όνειρο και από την πραγματικότητά σου απο εκείνη τη στιγμή του αποχωρισμού, που η μαύρη μοίρα έφερε με το μαύρο φθινοπωρινό πρωϊνό της 28ης Οκτωβρίου 1940. Όπου στάθηκες ακίνητη μπροστά του, το πρόσωπό σου μελαγχόλησε και στα μάτια σου φάνηκαν δύο σταγόνες βροχής. Δεν τις κατάλαβες, παρά μόνο όταν έσταξαν επάνω στα χέρια σου. Τις έφερες κοντά στο στόμα σου και τις γεύτηκες. Έτσι ένοιωσες πόσο πικρή είναι η θλίψη της απόγνωσης, στην οποίαν σε παρέσυρε του αγαπητικού σου το πατριωτικό ξεμυάλισμα με την ξελογιάστρα «Ελευθερία». Που για χατίρι της διακόπτει τη σχέση του μαζί σου και τρέχει σαν τρελός στις ράχες και στα βουνά της Ηπείρου για να τραγουδίσει, αγκαλιαστά με την Ελευθερία του στον «Αέρα», το αξιοθρήνητο «ΟΧΙ» στην Σκλαβιά της συντροφικής Ζωής του. Που σε έξι (6) μήνες του έγινε Μαύρη «Οχιά» και μαζί με την δική του ζωή μαύρισε και την δική σου. Είναι σκληρό σαν γυναίκα να είσαι μόνη σου. Θέλεις να κλάψεις και ο μόνος τρόπος για να αντέξεις το κλάμα σου είναι να επιστρέψεις νοερά στις απαρχές της συντροφικής ζωής σου. Έτσι αποκοιμιέται μέσα σου ο ίσκιος του μετά το τέλος της πράξης. Δεν θέλεις να χάσεις με τίποτα εκείνη την στιγμή που ασυναίσθητα σας ήρθε η επιθυμία να σκίσετε ο ένας τις σάρκες του άλλου και να βυθιστήτε ακόμη περισσότερο στο καινό της ύπαρξής σας, τυφλωμένοι από το πάθος της αλληλεξάρτησής σας. Ψάχνεις τα σημάδια που σου έχουν αφήσει τα χάδια του. Εκείνα που σου έλεγε ότι χαράζει επάνω στο κορμί σου για να βρίσκει εύκολα το δρόμο του για την καρδιά σου. Αχνοφαίνονται με γυμνό μάτι. Αυτός όμως μπορούσε να τα διακρίνει εύκολα. Ίσως γιατί τα είχε χαρτογραφήσει στο μυαλό του. Ίσως γιατί αυτός κρατούσε το μαχαίρι που τα όργωσε στο κορμί σου. Και εσύ τον άφηνες ελεύθερο να μπορέσει να δημιουργήσει. Τελικά, κατέληξε η σχέση σας να είναι σαν εκείνη ανάμεσα στον καλλιτέχνη και το δημιούργημά του, όταν ο πρώτος αποχωρεί το δεύτερο για την δόξα της χρυσής συναλλαγής. Έτσι απλά σε εγκατέληψε και ο καλλιτέχνης του Έρωτα της ζωής σου για την δόξα της χρυσής συμφεροντολογίας της Αγγλίας στην Πατρίδα μας, με την οποίαν ήταν εξαρτημένη και διασυνδεδεμένη ερωτικά η Κυβέρνηση της Μάνας μας «Ελλάδας» -ο φασίστας Μεταξάς-. Γιαυτό το «ΟΧΙ» του δικού σου ερωτιάρικου καλλιτέχνη δεν είχε φυσικά καμία σχέση με το το «όχι» του Μεταξά, που ήταν το «Ναι» του φασιστικού καθεστώτος της μεταξικής δικτατορίας υπέρ των χρυσαφένιων οφελειών της Αγγλίας και όχι υπέρ των ελευθεριών του ελληνικού λαού. Κάτι που μας το διαβεβαίωσε και ο ίδιος ο Μεταξας, τον Μάη του 1940, λίγους μήνες πριν την κήρυξη του πολέμου, λέγοντας στην «Ντέιλι Τέλεγκραφ»:«Είμεθα ουδέτεροι εφ’ όσον χρόνον η Αγγλία θέλει να είμεθα ουδέτεροι. Τίποτα δεν κάνομε χωρίς συνεννόησιν με την Αγγλία και, τις περισσότερες φορές ό,τι κάνομε γίνεται κατά σύστασιν ή παράκλησιν της Αγγλίας. Η Ελλάς είναι ζωτικό τμήμα της αγγλικής αυτοκρατορικής αμύνης». Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, επομένως, ότι σε κάθε 28η  Οκτωβρίου τα τσιράκια της Αγγλίας τιμούν με τρόπο απόλυτο και καθαρό την έννοια της «αξιοπιστίας» στην πολιτική που εφαρμώσανε στον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο του 1940.. Μόνο που γι΄ αυτούς, το πιο αξιόπιστο και το πιο αληθινό που σχετίζεται με την πολιτική τους και με τις δεσμεύσεις της, είναι η ψευτιά της.  Το γεγονός ότι έμεινες να αφουγκράζεσαι την σιωπή του δωματίου σου και το βλέμμα σου να παραμείνει γαρίδα εκεί, επάνω του, δίπλα του και γύρω του με τρομάζει. Διότι δεν έχεις κάτσει να δεις τι έχει φταίξει στο χαμό του συντρόφου σου, στον τρόπο συμπεριφοράς της Κυβέρνησης προς τον Ήρωά σου, στη αποχώρηση του καλού σου από την ζωή σου. Έχεις επαναπαυτεί στα δικά τους λόγια και στις δικές τους αιτιολογήσεις και δεν έχεις κάνει καμία κίνηση, καμία σκέψη προς την κατεύθυνση της πραγματικής αλήθειας. Έτσι πίσω από του ονείρου τη σκιά η αλήθεια είχε κρυφτεί και εσύ τυφλή από τον έρωτά του ποτέ δεν το είχες δεί. Προσπαθείς να δώσεις φως στα σκοτάδια της ψυχής σου, κλέβοντας τον ψυχρό φωτισμό από μία πηγή φωτός κατευθυνόμενη και αναλώσιμη. Δεν έχεις διερωτηθεί ποτέ σου που έφταίξες και είσαι αναγκασμένη να περνάς αυτή την κατάσταση, χώρια από τον αγαπημένου σου. Τεθλιμμένη χήρα Πατριώτισσα πιθανόν να σας κούρασα με την πολυλογία μου, γιαυτό σταματώ να σου γράφω κι άλλο. Ελπίζω και εύχομαι να κατάλαβες ότι «Το Έθνος πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικό ό,τι είναι αληθινό». Και οι Έλληνες δεν κατέληξαν τυχαία σ’ αυτή την απόφαση του «ΟΧΙ», αλλά ήταν αποτέλεσμα της ιστορικής τους εμπειρίας όπως την περιέγραψε ο Διονύσιος Σολωμός στον Ύμνο εις την Ελευθερίαν. Άλλος σου έκλαψε εις τα στήθια / αλλ’ ανάσασιν καμμιά / άλλος σου έταξε βοήθεια, / και σε γέλασε φρικτά.  «Ζήτω οι Ήρωες του 1940».  Ό,τι είναι ο νους και η καρδιά για τον άνθρωπο, είναι και η Ελλάδα για την Οικουμένη.  Κάρβας.    www.spoudasmata.blogspot.com